Είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση η λύση στις αποβολές?

Είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση η λύση στις αποβολές?

Πότε ένα ζευγάρι που η γυναίκα συλλαμβάνει φυσικά και αποβάλλει πρέπει να προχωρήσει σε εξωσωματική;

Το ζευγάρι δεν πρέπει να προχωρήσει σε καμιά θεραπευτική κίνηση όπως η εξωσωματική, αν δεν καθοριστεί ο λόγος ή οι λόγοι- αιτίες  των παλινδρομήσεων. Άρα πρώτα πρέπει να γίνει διερεύνηση των αιτιών των παλινδρομήσεων ή της παλινδρόμησης.

Υπενθυμίζουμε ότι για τις αποβολές δεν υπάρχει “έτυχε”.

Οι λόγοι που αφορούν το ενδομήτριο, όπως οι μολυσματικοί του γυναικείου σωλήνα, η θρομβοφιλία  και κάποιοι ανοσολογικοί λόγοι, πρέπει αυστηρά πρώτα να διορθωθούν και το ζευγάρι να προσπαθήσει φυσιολογικά, εφόσον υπάρχει επαρκής αναπαραγωγικός χρόνος.

Στις περιπτώσεις αυτές έχει λογική να γίνει προσπάθεια εξωσωματικής μόνο αν γίνει διόρθωση των αιτιών παλινδρόμησης και το αναπαραγωγικό υπόλοιπο της γυναίκας είναι οριακό.

Εφόσον υπάρχει επαρκής αναπαραγωγικός χρόνος και διορθωθούν οι αιτίες που αμέσως ή εμμέσως αφορούν το ενδομήτριο το λογικό είναι η προσπάθεια αναπαραγωγής που θα ακολουθήσει να γίνει φυσιολογικά.

Αντίθετα αν το υλικό απόξεσης ύστερα από παλινδρόμηση αποδόθηκε σε χρωμοσωμική ανωμαλία ή αν ένα μέλος του ζεύγους φέρει απόκλιση από την αρτιότητα των χρωμοσωμάτων, συστήνεται και επιβάλλεται η συνέχεια με εξωσωματική γονιμοποίηση και προεμφυτευτικό έλεγχο.

Οι παραπάνω αιτίες μπορούμε να πούμε ότι κατευθύνουν σαφώς προς την φυσική ή την υποβοηθούμενη προσπάθεια.

Όμως τα ζευγάρια πρέπει να γνωρίζουν ότι υπάρχει και άλλος ένας λόγος σχετικά συχνός που σχετίζεται με τις αποβολές και που δυστυχώς ο έλεγχος του δεν είναι εφικτός. Όταν στο πρώτο κύτταρο του εμβρύου και μέχρι τις αμέσως επόμενες διαιρέσεις δεν διορθωθούν επαρκώς οι βλάβες του DNA που προέρχονται από το σπερματοζωάριο, τότε δεν τίθενται καλές προοπτικές για τη συνέχεια της κύησης παρόλο που η ανάλυση των χρωμοσωμάτων του εμβρύου μπορεί να δώσει φυσιολογικό αποτέλεσμα.

Συνήθως στις περιπτώσεις αυτές, τα ποιοτικά στοιχεία του σπερμοδιαγράμματος ή/και του DNA των σπερματοζωαρίων παρουσιάζουν αποκλίσεις από το φυσιολογικό και πρέπει να επιδιώκεται βελτίωση πριν την επόμενη προσπάθεια και μάλιστα με μεγάλη αυστηρότητα. Υπενθυμίζουμε κάτι που το λέμε συχνά. Η εξωσωματική δεν ξεπερνά στις περισσότερες περιπτώσεις τα προβλήματα του σπέρματος.

Παρά τα ανωτέρω και λόγω της ανυπομονησίας του ζεύγους αλλά και γιατί πολλοί γυναικολόγοι θεωρούν ότι δεν έχουν να προσφέρουν κάτι άλλο, πολλά ζευγάρια ωθούνται στις υποβοηθούμενες προσπάθειες χωρίς να γνωρίζουν ακριβώς με ποιόν τρόπο η εξωσωματική θα βοηθήσει. Στις περιπτώσεις αυτές συνήθως τα αποτελέσματα είναι μέτρια και δυστυχώς προκύπτουν πολλές παλινδρομήσεις πρώτου τριμήνου.

Χρειάζεται λοιπόν προσπάθεια και υπομονή για την προσπέλαση των ποιοτικών προβλημάτων του σπέρματος.

Επίσης στις περιπτώσεις που περνά ο χρόνος και εφόσον η εικόνα  του σπέρματος δεν έχει πολύ βελτιωθεί, να μην επιχειρούνται έντονες διεγέρσεις με μεγάλη παραγωγή ωαρίων. Δεν πρέπει να δεσμευτεί μια μεγάλη σοδειά ωαρίων με μιας απρόβλεπτης ποιότητας σπερματοζωάρια μιας και μόνο εκσπερμάτισης. Και γενικά συστήνω όταν το σπέρμα είναι μέτριας ποιότητας, να γίνεται προεμφυτευτικός έλεγχος.